- Μόνιμες Στήλες
- Tech
- Υπόθεση ΟΤΕ: Ένα δίκοπο μαχαίρι και το θολό τηλεπικοινωνιακό τοπίο
Υπόθεση ΟΤΕ: Ένα δίκοπο μαχαίρι και το θολό τηλεπικοινωνιακό τοπίο
HotΠληροφορίες
Κυκλοφορία
0000-00-00
Η αποκρατικοποίηση και η παραχώρηση του management στον OTE ήταν τα τελευταία περίπου 20 χρόνια δύο καυτές πατάτες για τις ελληνικές κυβερνήσεις. Και λέμε δύο γιατί οι δύο αυτές έννοιες απέχουν αρκετά η μία από την άλλη. Μετά από ένα πραγματικό σήριαλ, η ελληνική κυβέρνηση “κλείδωσε” τη συμφωνία για τη παραχώρηση του management ή κατά την κυβέρνηση "συνδιοίκηση" του οργανισμού, όπως επίσης και ενός ποσοστού 3% στη Deutsche Telekom (DT) εν μέσω σκληρότατης αντιπαράθεσης στον πολιτικό χώρο. Άλλα ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Αν ανατρέξουμε λοιπόν στις δύο τελευταίες δεκαετίες θα δούμε ότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις πουλούσαν κομματάκι κομματάκι τον ΟΤΕ προκειμένου να ενισχύσουν το κρατικό προϋπολογισμό άλλα και γιατί έπρεπε να ακολουθηθεί η γενική τάση που επικρατούσε στην Ευρωπαϊκή ένωση (Ε.Ε) για αποκρατικοποιήσεις και απελευθέρωση της αγοράς. Η συγκεκριμένη τακτική με τις όποιες σκέψεις ακουγόντουσαν για τη παραχώρηση του management ή για τη πλήρη πώληση, συναντούσαν αντιδράσεις στο εσωτερικό άλλα εφόσον δεν έγινε ποτέ το δεύτερο όλοι ήταν ικανοποιημένοι. Η κυβέρνηση έκλεινε μεγάλες τρύπες του προϋπολογισμού της τάξης των εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και οι εργαζόμενοι απολάμβαναν και συνεχίζουν να απολαμβάνουν ορισμένα προνόμια (βλ. εθελούσια έξοδο) σε συνδυασμό με την μονιμότητα που παρέχει μία ΔΕΚΟ.
Η σταδιακή αποκρατικοποίηση του οργανισμού μπορεί να προχώρησε μέχρι σήμερα, όμως οι επενδύσεις, η στρατηγική, η εξέλιξη και η νοοτροπία του μεγαλύτερου τηλεπικοινωνιακού παρόχου της χώρας για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν μείνει κυριολεκτικά κολλημένες στο απόλυτο τίποτα. Ο ΟΤΕ μέχρι και το 2003 συνέχιζε να διαφημίζει και να προωθεί την απαρχαιωμένη ακόμη και τότε τεχνολογία ISDN με τα αγαπημένα σε όλους netmod τη στιγμή που σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη επένδυαν στο ADSL και στις οπτικές ίνες. Όπως φάνηκε εκ των υστέρων, ο ΟΤΕ όχι μόνο ζημίωνε τη χώρα, αφού η ανάπτυξη του γρήγορου Internet έχει πολλαπλά κοινωνικά, οικονομικά και τεχνολογικά οφέλη άλλα και τον ίδιο τον οργανσμό, αφού το Internet αποτελεί ίσως την ταχύτερα αναπτυσσόμενη αγορά τη τελευταία δεκαετία. Βέβαια το 2001 είχε προηγηθεί η απελευθέρωση της σταθερής τηλεφωνίας άλλα επειδή πάλι ο ΟΤΕ πουλούσε χονδρική στους παρόχους τις τηλεφωνικές γραμμές και δεν επένδυαν ούτε αυτοί σε οπτικές ίνες και σε δικό τους εξοπλισμό, δεν άλλαξε ούτε και τότε σχεδόν τίποτα στο τηλεπικοινωνιακό τοπίο. Το τοπίο αυτό έμελλε να αλλάξει λόγω των ολυμπιακών αγώνων του 2004 αφού ο ΟΤΕ ήταν πλέον αναγκασμένος να δώσει ευρυζωνικές υπηρεσίες. Παρόλο που το μεγάλο βήμα είχε γίνει, για να ομαλοποιηθεί η κατάσταση έπρεπε να περάσει ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα όπου και οι τιμές, ο χρόνος αναμονής άλλα και η ποιότητα των γραμμών ήταν πραγματικά τραγικές. Οι διαμαρτυρίες των χρηστών, η αλλαγή νοοτροπίας από τον ΟΤΕ και η σταδιακή απελευθέρωση του μεριζόμενου βρόχου φέρανε την μεγάλη αλλαγή. Ο μεριζόμενος βρόχος, χωρίς να μπούμε σε ιδιαίτερες λεπτομέρειες, είναι το καλώδιο από το σπίτι μας έως το τηλεφωνικό κέντρο του ΟΤΕ που μπορεί να ενοικιάσει σε τιμές κόστους οποιοσδήποτε πάροχος και από εκεί κι έπειτα να προσφέρει τηλεφωνία και Internet με αποκλειστικά δικές του υποδομές. Ο δημόσιος τηλεπικοινωνιακός πάροχος άλλαξε στάση εξαιτίας και της απελευθέρωσης της αγοράς και πλέον παρέχει το απλό ADSL μέχρι και σε χωριά με 400 περίπου μόνιμους κατοίκους και ADSL2+ έως 24 mbps σχεδόν σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Δηλαδή καλύπτει σχεδόν το σύνολο της ελληνική ς επικράτειας δίνοντας μία πραγματική ανάσα στη περιφέρεια αφού πραγματικά το Internet τη βγάζει εν μέρει από την απομόνωση, κάτι που πολλοί πολέμιοι της ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ ισχυρίζονται ότι δεν θα γινόταν αν υπήρχε ιδιωτικό management.
Όμως και οι εναλλακτικοί πάροχοι δεν πάνε πίσω στον ανταγωνισμό αφού πλέον δίνουν ελκυστικά πακέτα με γρήγορο Internet και προσφορές για απεριόριστη τηλεφωνία σε Ελλάδα και εξωτερικό καθώς και πρόσβαση σε multimedia περιεχόμενο, τα περιβόητα double ή triple play. Το τελευταίο μάλιστα μήνα, η Forthnet εξαγόρασε την ψηφιακή πλατφόρμα Nova φανερώνοντας ακόμη περισσότερο τη τάση για σύγκλιση των ήδη ενοποιημένων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (Internet, σταθερή και κινητή τηλεφωνία ) με αυτή της διάθεση ψηφιακού περιεχομένου. Δεν είναι μόνο η αγορά που πραγματοποίησε η Forthnet. Το τελευταίο χρόνο έχουν γίνει πάρα πολλές εξαγορές και ενοποιήσεις με χαρακτηριστικότερη την πλήρη απορρόφηση της Cosmote από τον OTE και την εξαγορά από την Wind του 50% της Tellas που το κατείχε μέχρι πρότινος η δημόσια ΔΕΗ. Όπως μπορεί να δει κάνεις απ' όλα τα παραπάνω, οι μετοχικές συνθέσεις είναι και θα είναι για ένα εύλογο διάστημα ιδιαίτερα ευμετάβλητες αφού η κάθε εταιρεία προσπαθεί να αποσπάσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο από την πραγματικά χρυσοφόρα πίτα των τηλεπικοινωνιών. Αν προσθέσει κάνεις και το ότι πλέον υπάρχει ένα αρκετά ισχυρό όργανο για τον έλεγχο της αγοράς, που συνήθως περιορίζει τον ΟΤΕ από τις υπερβολικά χαμηλές τιμές που θα εξόντωναν τον ανταγωνισμό, καταλαβαίνει ότι η κατάσταση είναι άκρως πολύπλοκη σε όλα τα επίπεδα της αγοράς.
Και πλέον ερχόμαστε στο σήμερα και συγκεκριμένα περίπου έξι μήνες πιο πριν όταν το περιβόητο θέμα του management επανήλθε πιο έντονα από ποτέ. Ο λόγος ήταν ότι για πρώτη φορά κάποιος εκτός από το ελληνικό δημόσιο και συγκεκριμένα η MIG, είχε καταφέρει να συγκεντρώσει ποσοστό λίγο πιο κάτω από το 20%. Ο υπουργός οικονομίας πανικόβλητος έφερε επείγουσα νομοθετική ρύθμιση που ανάγκαζε κάποιον. προκειμένου να αποκτήσει πάνω από το 20% κάποιας ΔΕΚΟ που κατείχε υποδομές και δίκτυα εθνικής σημασίας, να πάρει πρώτα την άδεια των αρμόδιων υπουργείων. Πέρα από το γεγονός ότι γέλασαν μαζί μας μέχρι και οι πέτρες, καθώς η αγορά θεωρητικά είναι απελευθερωμένη, το συγκεκριμένο γεγονός οδήγησε και σε κατακόρυφη πτώση της μετοχής του ΟΤΕ αφού προκλήθηκε μια άνευ προηγούμενου σύγχυση στους μετόχους. Η κυβέρνηση ουσιαστικά μ' αυτό το τρόπο έδειξε ότι δεν επιθυμεί τη MIG για εταίρο στον ΟΤΕ και δήλωσε τότε ότι θα συνεργαζόταν μόνο με έναν μεγάλο Ευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό για τη συνδιοίκηση του ΟΤΕ όπως είχε προσπαθήσει να βρει χωρίς επιτυχία και το 2006. Πριν λοιπόν από δύο μήνες, ανακοινώθηκε ότι η MIG συμφώνησε με το γερμανικό κολοσσό τηλεπικοινωνιών, τη Deutsche Telekom, για τη παραχώρηση του 20% των μετοχών και μάλιστα σε άκρως δελεαστική τιμή κοντά στα 26€, εξασφαλίζοντας κέρδη τουλάχιστον 250 εκατομμυρίων ευρώ για μετοχές που κατείχε μόλις λίγους μήνες. Μάλιστα η μετοχή στο χρηματιστήριο κυμαίνεται μεταξύ 18€ και 20 € .Το ελληνικό δημόσιο δήλωσε σχεδόν αμέσως ότι προτίθεται να συνεργαστεί με τη γερμανική εταιρεία για τη συνδιοίκηση του οργανισμού και οι διαπραγματεύσεις καταλήξανε στη τελική συμφωνία που πλέον περιμένει να εγκριθεί από την ελληνική βουλή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού. Έκτος από την εκχώρηση του μεγαλύτερου μέρους το management, το κράτος θα πουλήσει και στους Γερμανούς ένα 3% του ΟΤΕ σε τιμή 29,75 €, ακόμη πιο ψηλά απ' όσο πούλησε και η MIG. Μ' αυτές τις δύο αγορές, από MIG και από το ελληνικό κράτος, άλλα και με την αγορά επίσης ενός 2% από το χρηματιστήριο η DT θα φτάσει το 25% συν μία μετοχή, όπως ακριβώς και το ελληνικό δημόσιο. H περιβόητη πια “διαμεσολάβηση” της MIG προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί αυτές τις μέρες πάταγο στη πολιτική ζωή της χώρας με διάφορες κατηγορίες από την αντιπολίτευση και τους εργαζόμενους για μίζες και συναλλαγές κάτω από το τραπέζι άλλα και αγωγές από τη MIG προς πολιτικούς αρχηγούς για συκοφαντική δυσφήμηση.

Από τις λεπτομέρειες της συμφωνίας με τους Γερμανούς που σταδιακά γίνανε γνωστές φαίνεται ότι τελικό deal είναι υπέρ της πλευράς των Γερμανών αφού συνολικά θα δαπανήσουν περί τα 3 δισεκατομμύρια και θα γίνουν κυριάρχοι στη κορυφαία ίσως επιχείρηση των Βαλκανίων. Η συμφωνία προβλέπει ότι ο πρόεδρος του ΟΤΕ θα επιλέγεται από το ελληνικό δημόσιο ενώ ο διευθύνοντας σύμβουλος από τη Deutsche Telekom. Η ελληνική κυβέρνηση θα έχει δικαίωμα βέτο στην επιλογή του διευθύνοντα συμβούλου και σε άλλα σημαντικά θέματα αρκεί να διατηρεί τουλάχιστον το 5% των μετοχών του οργανισμού. Το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού θα αποτελείται από ισάριθμους εκπροσώπους του ελληνικού δημοσίου και της DT (πέντε έκαστος) όμως αν το ελληνικό κράτος μείνει με λιγότερο απο 10% τότε οι Γερμανοί θα αποκτήσουν έναν περισσότερο σε βάρος του δημοσίου. Η συμφωνία περιλαμβάνει όρους και για το ενδεχόμενο μείωσης της συμμετοχής του ελληνικού κράτους και αύξησης του ποσοστού της DT. Γι' αυτή την περίπτωση η συμφωνία προβλέπει τόσο συγκεκριμένα ποσοστά άλλα και συγκεκριμένες τιμές που θα είναι κατά 15% έως 20% υψηλότερες από την τρέχουσα τιμή της μετοχής στο χρηματιστήριο, ανάλογα με το πότε θα αποφασιστεί η πώληση των μετοχών. Σε οποιαδήποτε μελλοντική πώληση θα πρέπει η κυβέρνηση και το ελληνικό κοινοβούλιο να επικυρώσουν την τότε συμφωνία.
Η συμφωνία με τη DT προβλέπει επίσης ότι για ένα μεταβατικό διάστημα ενός έτους θα συνεχίσει να είναι πρόεδρος και διευθύνοντας σύμβουλος του οργανισμού ο Παναγής Βουρλούμης. Το δικαίωμα αρνησικυρίας της ελληνικής πλευράς εκτείνεται και στα σημαντικά οικονομικά ζητήματα του οργανισμού και βέβαια στο brand της εταιρείας που δεν θα μπορεί να αλλάξει σήματα και όνομα χωρίς την έγκριση του δημοσίου. Επιπροσθέτως, η DT είναι αναγκασμένη μη ανταγωνιστικής δραστηριότητας σε χώρες που έχει σημαντική παρουσία ο ΟΤΕ. Όσον αφορά το θέμα της τιμολογιακής πολιτικής, αυτό θα συνεχίζει να καθορίζεται όπως συμβαίνει μέχρι και σήμερα, δηλαδή θα απαιτεί την έγκριση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
Οι υποστηρικτές της συνδιοίκησης και της επί μέρους ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ, ισχυρίζονται ότι έτσι η εταιρεία θα εξασφαλίσει την βιωσιμότητα του στο πλέον έντονα ανταγωνιστικό τηλεπικοινωνιακό περιβάλλον προκειμένου να αποφύγει το ελληνικό κράτος μια νέα “Ολυμπιακή” και ότι θα προχωρήσουν ταχύτερα οι επενδύσεις και η ανάπτυξη του οργανισμού. Επιπλέον στηρίζουν ότι ο ΟΤΕ θα είναι σε σίγουρα χέρια εφόσον η γερμανική εταιρεία είναι εκ των κορυφαίων στην Ευρώπη και δεν θα θελήσει να τον πουλήσει, σε αντίθεση με ένα επενδυτικό fund που θα είχε καθαρά κερδοσκοπικούς σκοπούς (φοβούμενοι να μην επαναληφθεί η περίπτωση της MIG). Μπορούμε να πούμε ότι η τακτική αυτή της κυβέρνησης περιλαμβάνεται στην τάση της για προσέλκυση ξένων επενδύσεων που θα ενισχύσουν την προβληματική ελληνική οικονομία. Από την αντίπερα όχθη βρίσκονται όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης καθώς και οι εργαζόμενοι στον ΟΤΕ άλλα και η μεγαλύτερη πλειοψηφία του κόσμου που προτιμά ο ΟΤΕ να παραμείνει υπό δημόσια διοίκηση εφόσον ο οργανισμός και όλες οι υποδομές του έχουν αναπτυχθεί με δημόσια χρήματα. Άλλωστε πρόκειται για ένα σημαντικότατο οικονομικό εθνικό κεφάλαιο. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι οι Γερμανοί δίνουν σχετικά λίγα λεφτά με αυτά που πρόκειται να αποκτήσουν. Κι ερχόμαστε στη ταμπακιέρα. Ποιος έχει τελικά δίκιο; Ένας ΟΤΕ ευέλικτος, στα χέρια ιδιωτών και ξένων μεν που όμως δε έχουν τεράστια πείρα στην αγορά των τηλεπικοινωνιών ή ένας ΟΤΕ που θα είναι δημόσιος άλλα ο διευθύνων σύμβουλος θα ορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση με όχι απαραίτητα αντικειμενικά κριτήρια με ότι αυτό συνεπάγεται; Θα είναι άραγεαρκετά πιο δυσκίνητος με κίνδυνο πάντα κάποια μέρα να σταματήσει να είναι κερδοφόρος;
Πραγματικά πρόκειται για ένα δίκοπο μαχαίρι γιατί και οι δύο περιπτώσεις έχουν τα θετικά τους και τα αρνητικά τους. Άλλα ίσως το πιο σημαντικό είναι ο λόγος που γίνεται τελικά αυτή η κίνηση. Οι κακές γλώσσες λένε ότι ο βασικότερος λόγος είναι ότι η κυβέρνηση χρειάζεται επειγόντως λεφτά για να κλείσει ο προϋπολογισμός οπότε και πωλείται αυτό το 3% σε αρκετά υψηλή τιμή (θα μπουν στο κρατικό ταμείο περίπου 440 εκατομμύρια ευρώ ) με την παραχώρηση όμως της διοίκησης στην DT. Σ' αυτό το σήριαλ είναι σίγουρο ότι θα έχουμε και άλλα επεισόδια αφού και οι εργαζόμενοι άλλα και η αντιπολίτευση θα προσπαθήσουν να μπλοκάρουν τη διαδικασία. Ήδη έχουν προβεί τόσο σε απεργιακές κινητοποιήσεις όσο και σε κατάθεση ασφαλιστικών μέτρων. Ενδιαφέρον θα έχει επίσης και η συμπεριφορά των βουλευτών του ίδιου του κυβερνώντος κόμματος, αφού αρκετοί απ' αυτούς έχουν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους ως προς την εκχώρηση της διοίκησης στην DT και την μείωση του ποσοστού του κράτους στο 25% συν μία μετοχή. Σ' αυτόν τον αριθμό ίσως βρίσκεται κιόλας και το κριτήριο για το πόσο τελικά είναι συμφέρουσα η συνεργασία με την DT. Αν ο όρος που έχει συμφωνηθεί για περαιτέρω μείωση του ποσοστού του ελληνικού δημοσίου τεθεί σε εφαρμογή, τότε θα μιλάμε πραγματικά για ένα ξεπούλημα μίας εκ των κορυφαίων ελληνικών δημόσιων επιχειρήσεων, αφού και το κράτος θα έχει πλέον όπως προαναφέραμε μειωμένα δικαιώματα στη διοίκηση και μειωμένα μερίσματα από τις μετοχές του ΟΤΕ. Αν όμως το ελληνικό δημόσιο πράγματι διατηρήσει το δικαίωμα βέτο και κλειδώσει με νομοθετική ρύθμιση αυτό το 25% συν μία μετοχή, τότε εν τέλει η παραχώρηση της διοίκησης στους Γερμανούς ίσως είναι προς τη σωστή κατεύθυνση αφού ο ΟΤΕ θα γίνει πιο ανταγωνιστικός,θα ενισχυθεί η θέση του και θα συνεχίσει να είναι κατά το 1/4 κρατικός οπότε θα αποφέρει υπολογίσιμα έσοδα κάθε χρόνο στο κράτος.
Επειδή όμως κάθε νόμισμα έχει και τις δύο του όψεις, θα μπορούσε το ελληνικό κράτος να μην έχει μειώσει τόσο τη συμμετοχή του στον ΟΤΕ ώστε να μπορεί να έχει ασφαλίσει το management και να μετατρέψει τον ΟΤΕ σε μία εταιρεία της δυναμικότητας της Deutsche Telekom, όχι μόνο των Βαλκανίων άλλα και ολόκληρης της νοτιοανατολικής Ευρώπης προκειμένου η επιρροή και η θέση της χώρας να εκτοξευθούν αφού πλέον η κοινωνία της πληροφορίας είναι γεγονός και οι τηλεπικοινωνίες είναι ίσως το πιο κρίσιμο κομμάτι ενός σύγχρονου κράτους. Γι' αυτό σε κάθε περίπτωση, ο ΟΤΕ ανεξαρτήτου διοίκησης θα πρέπει να συνεχίζει να επενδύει σε τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό σε όλα τα μήκη και πλάτη της χώρας μας προκειμένου να μην χάσουμε σαν κράτος και αυτή την ευκαιρία. Σ' αυτόν τον τομέα, το ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να ασκεί πιέσεις προς τη διοίκηση της DΤ. Είναι στο χέρι του ΟΤΕ να γίνει η Ελλάδα, με το γεωγραφικό ανάγλυφο που εμποδίζει την εύκολη διασύνδεση των πόλεων και των χωριών της, μία χώρα όπου οι τηλεπικοινωνίες θα αποτελούν τον κυριότερο μοχλό ανάπτυξης ενώνοντας όλη την επικράτεια. Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα.
Αν ανατρέξουμε λοιπόν στις δύο τελευταίες δεκαετίες θα δούμε ότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις πουλούσαν κομματάκι κομματάκι τον ΟΤΕ προκειμένου να ενισχύσουν το κρατικό προϋπολογισμό άλλα και γιατί έπρεπε να ακολουθηθεί η γενική τάση που επικρατούσε στην Ευρωπαϊκή ένωση (Ε.Ε) για αποκρατικοποιήσεις και απελευθέρωση της αγοράς. Η συγκεκριμένη τακτική με τις όποιες σκέψεις ακουγόντουσαν για τη παραχώρηση του management ή για τη πλήρη πώληση, συναντούσαν αντιδράσεις στο εσωτερικό άλλα εφόσον δεν έγινε ποτέ το δεύτερο όλοι ήταν ικανοποιημένοι. Η κυβέρνηση έκλεινε μεγάλες τρύπες του προϋπολογισμού της τάξης των εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και οι εργαζόμενοι απολάμβαναν και συνεχίζουν να απολαμβάνουν ορισμένα προνόμια (βλ. εθελούσια έξοδο) σε συνδυασμό με την μονιμότητα που παρέχει μία ΔΕΚΟ.

Η σταδιακή αποκρατικοποίηση του οργανισμού μπορεί να προχώρησε μέχρι σήμερα, όμως οι επενδύσεις, η στρατηγική, η εξέλιξη και η νοοτροπία του μεγαλύτερου τηλεπικοινωνιακού παρόχου της χώρας για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν μείνει κυριολεκτικά κολλημένες στο απόλυτο τίποτα. Ο ΟΤΕ μέχρι και το 2003 συνέχιζε να διαφημίζει και να προωθεί την απαρχαιωμένη ακόμη και τότε τεχνολογία ISDN με τα αγαπημένα σε όλους netmod τη στιγμή που σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη επένδυαν στο ADSL και στις οπτικές ίνες. Όπως φάνηκε εκ των υστέρων, ο ΟΤΕ όχι μόνο ζημίωνε τη χώρα, αφού η ανάπτυξη του γρήγορου Internet έχει πολλαπλά κοινωνικά, οικονομικά και τεχνολογικά οφέλη άλλα και τον ίδιο τον οργανσμό, αφού το Internet αποτελεί ίσως την ταχύτερα αναπτυσσόμενη αγορά τη τελευταία δεκαετία. Βέβαια το 2001 είχε προηγηθεί η απελευθέρωση της σταθερής τηλεφωνίας άλλα επειδή πάλι ο ΟΤΕ πουλούσε χονδρική στους παρόχους τις τηλεφωνικές γραμμές και δεν επένδυαν ούτε αυτοί σε οπτικές ίνες και σε δικό τους εξοπλισμό, δεν άλλαξε ούτε και τότε σχεδόν τίποτα στο τηλεπικοινωνιακό τοπίο. Το τοπίο αυτό έμελλε να αλλάξει λόγω των ολυμπιακών αγώνων του 2004 αφού ο ΟΤΕ ήταν πλέον αναγκασμένος να δώσει ευρυζωνικές υπηρεσίες. Παρόλο που το μεγάλο βήμα είχε γίνει, για να ομαλοποιηθεί η κατάσταση έπρεπε να περάσει ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα όπου και οι τιμές, ο χρόνος αναμονής άλλα και η ποιότητα των γραμμών ήταν πραγματικά τραγικές. Οι διαμαρτυρίες των χρηστών, η αλλαγή νοοτροπίας από τον ΟΤΕ και η σταδιακή απελευθέρωση του μεριζόμενου βρόχου φέρανε την μεγάλη αλλαγή. Ο μεριζόμενος βρόχος, χωρίς να μπούμε σε ιδιαίτερες λεπτομέρειες, είναι το καλώδιο από το σπίτι μας έως το τηλεφωνικό κέντρο του ΟΤΕ που μπορεί να ενοικιάσει σε τιμές κόστους οποιοσδήποτε πάροχος και από εκεί κι έπειτα να προσφέρει τηλεφωνία και Internet με αποκλειστικά δικές του υποδομές. Ο δημόσιος τηλεπικοινωνιακός πάροχος άλλαξε στάση εξαιτίας και της απελευθέρωσης της αγοράς και πλέον παρέχει το απλό ADSL μέχρι και σε χωριά με 400 περίπου μόνιμους κατοίκους και ADSL2+ έως 24 mbps σχεδόν σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Δηλαδή καλύπτει σχεδόν το σύνολο της ελληνική ς επικράτειας δίνοντας μία πραγματική ανάσα στη περιφέρεια αφού πραγματικά το Internet τη βγάζει εν μέρει από την απομόνωση, κάτι που πολλοί πολέμιοι της ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ ισχυρίζονται ότι δεν θα γινόταν αν υπήρχε ιδιωτικό management.
Όμως και οι εναλλακτικοί πάροχοι δεν πάνε πίσω στον ανταγωνισμό αφού πλέον δίνουν ελκυστικά πακέτα με γρήγορο Internet και προσφορές για απεριόριστη τηλεφωνία σε Ελλάδα και εξωτερικό καθώς και πρόσβαση σε multimedia περιεχόμενο, τα περιβόητα double ή triple play. Το τελευταίο μάλιστα μήνα, η Forthnet εξαγόρασε την ψηφιακή πλατφόρμα Nova φανερώνοντας ακόμη περισσότερο τη τάση για σύγκλιση των ήδη ενοποιημένων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (Internet, σταθερή και κινητή τηλεφωνία ) με αυτή της διάθεση ψηφιακού περιεχομένου. Δεν είναι μόνο η αγορά που πραγματοποίησε η Forthnet. Το τελευταίο χρόνο έχουν γίνει πάρα πολλές εξαγορές και ενοποιήσεις με χαρακτηριστικότερη την πλήρη απορρόφηση της Cosmote από τον OTE και την εξαγορά από την Wind του 50% της Tellas που το κατείχε μέχρι πρότινος η δημόσια ΔΕΗ. Όπως μπορεί να δει κάνεις απ' όλα τα παραπάνω, οι μετοχικές συνθέσεις είναι και θα είναι για ένα εύλογο διάστημα ιδιαίτερα ευμετάβλητες αφού η κάθε εταιρεία προσπαθεί να αποσπάσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο από την πραγματικά χρυσοφόρα πίτα των τηλεπικοινωνιών. Αν προσθέσει κάνεις και το ότι πλέον υπάρχει ένα αρκετά ισχυρό όργανο για τον έλεγχο της αγοράς, που συνήθως περιορίζει τον ΟΤΕ από τις υπερβολικά χαμηλές τιμές που θα εξόντωναν τον ανταγωνισμό, καταλαβαίνει ότι η κατάσταση είναι άκρως πολύπλοκη σε όλα τα επίπεδα της αγοράς.

Και πλέον ερχόμαστε στο σήμερα και συγκεκριμένα περίπου έξι μήνες πιο πριν όταν το περιβόητο θέμα του management επανήλθε πιο έντονα από ποτέ. Ο λόγος ήταν ότι για πρώτη φορά κάποιος εκτός από το ελληνικό δημόσιο και συγκεκριμένα η MIG, είχε καταφέρει να συγκεντρώσει ποσοστό λίγο πιο κάτω από το 20%. Ο υπουργός οικονομίας πανικόβλητος έφερε επείγουσα νομοθετική ρύθμιση που ανάγκαζε κάποιον. προκειμένου να αποκτήσει πάνω από το 20% κάποιας ΔΕΚΟ που κατείχε υποδομές και δίκτυα εθνικής σημασίας, να πάρει πρώτα την άδεια των αρμόδιων υπουργείων. Πέρα από το γεγονός ότι γέλασαν μαζί μας μέχρι και οι πέτρες, καθώς η αγορά θεωρητικά είναι απελευθερωμένη, το συγκεκριμένο γεγονός οδήγησε και σε κατακόρυφη πτώση της μετοχής του ΟΤΕ αφού προκλήθηκε μια άνευ προηγούμενου σύγχυση στους μετόχους. Η κυβέρνηση ουσιαστικά μ' αυτό το τρόπο έδειξε ότι δεν επιθυμεί τη MIG για εταίρο στον ΟΤΕ και δήλωσε τότε ότι θα συνεργαζόταν μόνο με έναν μεγάλο Ευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό για τη συνδιοίκηση του ΟΤΕ όπως είχε προσπαθήσει να βρει χωρίς επιτυχία και το 2006. Πριν λοιπόν από δύο μήνες, ανακοινώθηκε ότι η MIG συμφώνησε με το γερμανικό κολοσσό τηλεπικοινωνιών, τη Deutsche Telekom, για τη παραχώρηση του 20% των μετοχών και μάλιστα σε άκρως δελεαστική τιμή κοντά στα 26€, εξασφαλίζοντας κέρδη τουλάχιστον 250 εκατομμυρίων ευρώ για μετοχές που κατείχε μόλις λίγους μήνες. Μάλιστα η μετοχή στο χρηματιστήριο κυμαίνεται μεταξύ 18€ και 20 € .Το ελληνικό δημόσιο δήλωσε σχεδόν αμέσως ότι προτίθεται να συνεργαστεί με τη γερμανική εταιρεία για τη συνδιοίκηση του οργανισμού και οι διαπραγματεύσεις καταλήξανε στη τελική συμφωνία που πλέον περιμένει να εγκριθεί από την ελληνική βουλή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού. Έκτος από την εκχώρηση του μεγαλύτερου μέρους το management, το κράτος θα πουλήσει και στους Γερμανούς ένα 3% του ΟΤΕ σε τιμή 29,75 €, ακόμη πιο ψηλά απ' όσο πούλησε και η MIG. Μ' αυτές τις δύο αγορές, από MIG και από το ελληνικό κράτος, άλλα και με την αγορά επίσης ενός 2% από το χρηματιστήριο η DT θα φτάσει το 25% συν μία μετοχή, όπως ακριβώς και το ελληνικό δημόσιο. H περιβόητη πια “διαμεσολάβηση” της MIG προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί αυτές τις μέρες πάταγο στη πολιτική ζωή της χώρας με διάφορες κατηγορίες από την αντιπολίτευση και τους εργαζόμενους για μίζες και συναλλαγές κάτω από το τραπέζι άλλα και αγωγές από τη MIG προς πολιτικούς αρχηγούς για συκοφαντική δυσφήμηση.


Από τις λεπτομέρειες της συμφωνίας με τους Γερμανούς που σταδιακά γίνανε γνωστές φαίνεται ότι τελικό deal είναι υπέρ της πλευράς των Γερμανών αφού συνολικά θα δαπανήσουν περί τα 3 δισεκατομμύρια και θα γίνουν κυριάρχοι στη κορυφαία ίσως επιχείρηση των Βαλκανίων. Η συμφωνία προβλέπει ότι ο πρόεδρος του ΟΤΕ θα επιλέγεται από το ελληνικό δημόσιο ενώ ο διευθύνοντας σύμβουλος από τη Deutsche Telekom. Η ελληνική κυβέρνηση θα έχει δικαίωμα βέτο στην επιλογή του διευθύνοντα συμβούλου και σε άλλα σημαντικά θέματα αρκεί να διατηρεί τουλάχιστον το 5% των μετοχών του οργανισμού. Το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού θα αποτελείται από ισάριθμους εκπροσώπους του ελληνικού δημοσίου και της DT (πέντε έκαστος) όμως αν το ελληνικό κράτος μείνει με λιγότερο απο 10% τότε οι Γερμανοί θα αποκτήσουν έναν περισσότερο σε βάρος του δημοσίου. Η συμφωνία περιλαμβάνει όρους και για το ενδεχόμενο μείωσης της συμμετοχής του ελληνικού κράτους και αύξησης του ποσοστού της DT. Γι' αυτή την περίπτωση η συμφωνία προβλέπει τόσο συγκεκριμένα ποσοστά άλλα και συγκεκριμένες τιμές που θα είναι κατά 15% έως 20% υψηλότερες από την τρέχουσα τιμή της μετοχής στο χρηματιστήριο, ανάλογα με το πότε θα αποφασιστεί η πώληση των μετοχών. Σε οποιαδήποτε μελλοντική πώληση θα πρέπει η κυβέρνηση και το ελληνικό κοινοβούλιο να επικυρώσουν την τότε συμφωνία.
Η συμφωνία με τη DT προβλέπει επίσης ότι για ένα μεταβατικό διάστημα ενός έτους θα συνεχίσει να είναι πρόεδρος και διευθύνοντας σύμβουλος του οργανισμού ο Παναγής Βουρλούμης. Το δικαίωμα αρνησικυρίας της ελληνικής πλευράς εκτείνεται και στα σημαντικά οικονομικά ζητήματα του οργανισμού και βέβαια στο brand της εταιρείας που δεν θα μπορεί να αλλάξει σήματα και όνομα χωρίς την έγκριση του δημοσίου. Επιπροσθέτως, η DT είναι αναγκασμένη μη ανταγωνιστικής δραστηριότητας σε χώρες που έχει σημαντική παρουσία ο ΟΤΕ. Όσον αφορά το θέμα της τιμολογιακής πολιτικής, αυτό θα συνεχίζει να καθορίζεται όπως συμβαίνει μέχρι και σήμερα, δηλαδή θα απαιτεί την έγκριση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
Οι υποστηρικτές της συνδιοίκησης και της επί μέρους ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ, ισχυρίζονται ότι έτσι η εταιρεία θα εξασφαλίσει την βιωσιμότητα του στο πλέον έντονα ανταγωνιστικό τηλεπικοινωνιακό περιβάλλον προκειμένου να αποφύγει το ελληνικό κράτος μια νέα “Ολυμπιακή” και ότι θα προχωρήσουν ταχύτερα οι επενδύσεις και η ανάπτυξη του οργανισμού. Επιπλέον στηρίζουν ότι ο ΟΤΕ θα είναι σε σίγουρα χέρια εφόσον η γερμανική εταιρεία είναι εκ των κορυφαίων στην Ευρώπη και δεν θα θελήσει να τον πουλήσει, σε αντίθεση με ένα επενδυτικό fund που θα είχε καθαρά κερδοσκοπικούς σκοπούς (φοβούμενοι να μην επαναληφθεί η περίπτωση της MIG). Μπορούμε να πούμε ότι η τακτική αυτή της κυβέρνησης περιλαμβάνεται στην τάση της για προσέλκυση ξένων επενδύσεων που θα ενισχύσουν την προβληματική ελληνική οικονομία. Από την αντίπερα όχθη βρίσκονται όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης καθώς και οι εργαζόμενοι στον ΟΤΕ άλλα και η μεγαλύτερη πλειοψηφία του κόσμου που προτιμά ο ΟΤΕ να παραμείνει υπό δημόσια διοίκηση εφόσον ο οργανισμός και όλες οι υποδομές του έχουν αναπτυχθεί με δημόσια χρήματα. Άλλωστε πρόκειται για ένα σημαντικότατο οικονομικό εθνικό κεφάλαιο. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι οι Γερμανοί δίνουν σχετικά λίγα λεφτά με αυτά που πρόκειται να αποκτήσουν. Κι ερχόμαστε στη ταμπακιέρα. Ποιος έχει τελικά δίκιο; Ένας ΟΤΕ ευέλικτος, στα χέρια ιδιωτών και ξένων μεν που όμως δε έχουν τεράστια πείρα στην αγορά των τηλεπικοινωνιών ή ένας ΟΤΕ που θα είναι δημόσιος άλλα ο διευθύνων σύμβουλος θα ορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση με όχι απαραίτητα αντικειμενικά κριτήρια με ότι αυτό συνεπάγεται; Θα είναι άραγεαρκετά πιο δυσκίνητος με κίνδυνο πάντα κάποια μέρα να σταματήσει να είναι κερδοφόρος;

Πραγματικά πρόκειται για ένα δίκοπο μαχαίρι γιατί και οι δύο περιπτώσεις έχουν τα θετικά τους και τα αρνητικά τους. Άλλα ίσως το πιο σημαντικό είναι ο λόγος που γίνεται τελικά αυτή η κίνηση. Οι κακές γλώσσες λένε ότι ο βασικότερος λόγος είναι ότι η κυβέρνηση χρειάζεται επειγόντως λεφτά για να κλείσει ο προϋπολογισμός οπότε και πωλείται αυτό το 3% σε αρκετά υψηλή τιμή (θα μπουν στο κρατικό ταμείο περίπου 440 εκατομμύρια ευρώ ) με την παραχώρηση όμως της διοίκησης στην DT. Σ' αυτό το σήριαλ είναι σίγουρο ότι θα έχουμε και άλλα επεισόδια αφού και οι εργαζόμενοι άλλα και η αντιπολίτευση θα προσπαθήσουν να μπλοκάρουν τη διαδικασία. Ήδη έχουν προβεί τόσο σε απεργιακές κινητοποιήσεις όσο και σε κατάθεση ασφαλιστικών μέτρων. Ενδιαφέρον θα έχει επίσης και η συμπεριφορά των βουλευτών του ίδιου του κυβερνώντος κόμματος, αφού αρκετοί απ' αυτούς έχουν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους ως προς την εκχώρηση της διοίκησης στην DT και την μείωση του ποσοστού του κράτους στο 25% συν μία μετοχή. Σ' αυτόν τον αριθμό ίσως βρίσκεται κιόλας και το κριτήριο για το πόσο τελικά είναι συμφέρουσα η συνεργασία με την DT. Αν ο όρος που έχει συμφωνηθεί για περαιτέρω μείωση του ποσοστού του ελληνικού δημοσίου τεθεί σε εφαρμογή, τότε θα μιλάμε πραγματικά για ένα ξεπούλημα μίας εκ των κορυφαίων ελληνικών δημόσιων επιχειρήσεων, αφού και το κράτος θα έχει πλέον όπως προαναφέραμε μειωμένα δικαιώματα στη διοίκηση και μειωμένα μερίσματα από τις μετοχές του ΟΤΕ. Αν όμως το ελληνικό δημόσιο πράγματι διατηρήσει το δικαίωμα βέτο και κλειδώσει με νομοθετική ρύθμιση αυτό το 25% συν μία μετοχή, τότε εν τέλει η παραχώρηση της διοίκησης στους Γερμανούς ίσως είναι προς τη σωστή κατεύθυνση αφού ο ΟΤΕ θα γίνει πιο ανταγωνιστικός,θα ενισχυθεί η θέση του και θα συνεχίσει να είναι κατά το 1/4 κρατικός οπότε θα αποφέρει υπολογίσιμα έσοδα κάθε χρόνο στο κράτος.
Επειδή όμως κάθε νόμισμα έχει και τις δύο του όψεις, θα μπορούσε το ελληνικό κράτος να μην έχει μειώσει τόσο τη συμμετοχή του στον ΟΤΕ ώστε να μπορεί να έχει ασφαλίσει το management και να μετατρέψει τον ΟΤΕ σε μία εταιρεία της δυναμικότητας της Deutsche Telekom, όχι μόνο των Βαλκανίων άλλα και ολόκληρης της νοτιοανατολικής Ευρώπης προκειμένου η επιρροή και η θέση της χώρας να εκτοξευθούν αφού πλέον η κοινωνία της πληροφορίας είναι γεγονός και οι τηλεπικοινωνίες είναι ίσως το πιο κρίσιμο κομμάτι ενός σύγχρονου κράτους. Γι' αυτό σε κάθε περίπτωση, ο ΟΤΕ ανεξαρτήτου διοίκησης θα πρέπει να συνεχίζει να επενδύει σε τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό σε όλα τα μήκη και πλάτη της χώρας μας προκειμένου να μην χάσουμε σαν κράτος και αυτή την ευκαιρία. Σ' αυτόν τον τομέα, το ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να ασκεί πιέσεις προς τη διοίκηση της DΤ. Είναι στο χέρι του ΟΤΕ να γίνει η Ελλάδα, με το γεωγραφικό ανάγλυφο που εμποδίζει την εύκολη διασύνδεση των πόλεων και των χωριών της, μία χώρα όπου οι τηλεπικοινωνίες θα αποτελούν τον κυριότερο μοχλό ανάπτυξης ενώνοντας όλη την επικράτεια. Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα.
